Μου άρεσε για ώρα να χτενίζω τα μακριά μαύρα μαλλιά της και ας μην ήταν πια μπλεγμένα. Χαμογελούσε με αυταρέσκεια. Κάποτε γύρναγε σε ‘μένα, μ’ ευχαριστούσε με το βλέμμα της κι ευλαβικά τα σκέπαζε κάτω από το μαντήλι.
Πάνε δυο χρόνια που μας χώρισαν τα κύματα κι έρχεται ακόμα κάθε βράδυ με τα βρεγμένα της μαλλιά να τη χτενίσω.